Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Stimulant drug
01
διεγερτικό φάρμακο
a type of drug that enhances alertness, energy, and activity levels by stimulating the central nervous system
Παραδείγματα
Doctors may prescribe a stimulant drug to help manage symptoms of ADHD.
Οι γιατροί μπορεί να συνταγογραφήσουν ένα διεγερτικό φάρμακο για να βοηθήσουν στη διαχείριση των συμπτωμάτων του ADHD.
Misuse of stimulant drugs can lead to dependence and serious health issues.
Η κατάχρηση διεγερτικών φαρμάκων μπορεί να οδηγήσει σε εξάρτηση και σοβαρά προβλήματα υγείας.



























