Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
solomonic
01
σολομώντειος, σοφός όπως ο Σολομώντας
characterized by wisdom, fairness, or sound reasoning
Παραδείγματα
The leader 's solomonic approach to conflict resolution sought compromises that addressed the concerns of all parties involved.
Η σολομωνική προσέγγιση του ηγέτη για την επίλυση των συγκρούσεων αναζητούσε συμβιβασμούς που αντιμετώπιζαν τις ανησυχίες όλων των εμπλεκόμενων μερών.
In the face of a challenging dilemma, the CEO made a solomonic decision that balanced the interests of shareholders and employees.
Αντιμέτωπος με ένα δύσκολο δίλημμα, ο Διευθύνων Σύμβουλος πήρε μια σολομώντεια απόφαση που ισορρόπησε τα συμφέροντα των μετόχων και των εργαζομένων.
Λεξικό Δέντρο
solomonic
solomon



























