LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Smelly
/smˈɛli/
/ˈsmɛɫi/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "smelly"
smelly
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
βρωμερός
having a strong, unpleasant odor
fetid
foetid
foul
foul-smelling
funky
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App