Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Scone
01
ένα scone, ένα μικρό μαλακό κέικ ελαφρώς γλυκό
a small soft cake that is slightly sweet, usually served beside butter, cream or jam
Dialect
British
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ένα scone, ένα μικρό μαλακό κέικ ελαφρώς γλυκό