Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Scatterbrain
01
αφηρημένος, ξεχασιάρης
a person who is consistently forgetful, unfocused, and disorganized
Παραδείγματα
He ’s such a scatterbrain that he misplaced his keys three times in one day.
Είναι τόσο χαζός που έχασε τα κλειδιά του τρεις φορές σε μια μέρα.
She might be a scatterbrain, but her creative ideas often bring new perspectives.
Μπορεί να είναι χαζοκούτσουνο, αλλά οι δημιουργικές της ιδέες συχνά φέρνουν νέες προοπτικές.



























