Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ruddy
Παραδείγματα
His ruddy face suggested he had been working outside all day.
Το κοκκινισμένο πρόσωπό του υποδείκνυε ότι είχε δουλέψει έξω όλη μέρα.
The old man had a ruddy complexion from years of living in the sun.
Ο γέρος είχε ένα κοκκινωπό χρώμα δέρματος από τα χρόνια ζωής στον ήλιο.
02
κοκκινωπός, ροδόσχημος
having a red color
Λεξικό Δέντρο
ruddiness
ruddy
rudd



























