LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Resupine
/ɹɪsˈuːpaɪn/
/ɹɪsˈuːpaɪn/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "resupine"
resupine
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
lying face upward
word family
supine
supine
Adjective
resupine
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
resumption
resume
resulting trust
resultant role
resultant
resurface
resurge
resurgence
resurgent
resurrect
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App