Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Reposition
01
αναθεώρηση θέσης, κατάθεση σε αποθήκη
depositing in a warehouse
to reposition
01
ανατοποθετώ, μετακινώ
place into another position
02
ανατοποθετώ, αλλάζω θέση
change place or direction
Λεξικό Δέντρο
reposition
position
posit



























