Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Protege
01
προστατευόμενος, μαθητής
someone who is helped and protected by an older, more experienced or powerful person
Παραδείγματα
She became a successful artist under the guidance of her mentor, who treated her as his protégé.
Έγινε μια επιτυχημένη καλλιτέχνης υπό την καθοδήγηση του μέντορά της, ο οποίος την αντιμετώπιζε ως προστατευόμενη του.
The seasoned politician introduced his protégé to the audience as the future leader of the party.
Ο έμπειρος πολιτικός παρουσίασε τον προτετευμένο του στο κοινό ως τον μελλοντικό ηγέτη του κόμματος.



























