Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Pierid
01
πιερίδα, οποιοδήποτε από τα πολλά χλωμά χρωματισμένα πεταλούδες που έχουν τρία ζεύγη καλά αναπτυγμένων ποδιών
any of numerous pale-colored butterflies having three pairs of well-developed legs
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
πιερίδα, οποιοδήποτε από τα πολλά χλωμά χρωματισμένα πεταλούδες που έχουν τρία ζεύγη καλά αναπτυγμένων ποδιών