Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Pearly
01
μαργαριταρένιος, περιλαμπής
informal terms for a human `tooth'
pearly
01
μαργαριταρένιος, περιλαμπής
having a shiny, white or light-colored surface similar to that of a pearl
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μαργαριταρένιος, περιλαμπής
μαργαριταρένιος, περιλαμπής