Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
patchy
01
ανολοκλήρωτος, ελλιπής
not thorough or complete enough to be useful or reliable
Παραδείγματα
His patchy memory of the event made it hard to recount the details.
Η ανομοιόμορφη ανάμνησή του για το γεγονός έκανε δύσκολη την αναφορά των λεπτομερειών.
The report was patchy, missing key information and analysis.
Η αναφορά ήταν ελλιπής, χωρίς βασικές πληροφορίες και ανάλυση.
02
ανομοιόμορφος, κηλιδωτός
occurring in scattered or uneven areas, not consistent or complete
Παραδείγματα
The patchy paint job left some spots untouched.
Η ανομοιόμορφη εργασία βαφής άφησε μερικές κηλίδες ανέγγιχτες.
The patchy snowfall covered parts of the city while others stayed dry.
Η ανομοιόμορφη χιονόπτωση κάλυψε μέρη της πόλης ενώ άλλα παρέμειναν στεγνά.
Λεξικό Δέντρο
patchily
patchiness
patchy
patch



























