Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
overstuffed chair
/ˌoʊvɚstˈʌft tʃˈɛɹ/
/ˌəʊvəstˈʌft tʃˈeə/
Overstuffed chair
01
υπερβολικά γεμάτη καρέκλα, πολύ φουσκωτή πολυθρόνα
a comfortable upholstered armchair
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
υπερβολικά γεμάτη καρέκλα, πολύ φουσκωτή πολυθρόνα