Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to overdraw
01
υπερβάλλω, μεγαλοποιώ
to present something in a way that makes it seem larger, more extreme, or more important than it really is
Παραδείγματα
The author tends to overdraw characters' emotions for dramatic effect.
Ο συγγραφέας τείνει να υπερβάλλει τα συναισθήματα των χαρακτήρων για δραματικό αποτέλεσμα.
Critics argue that the film overdraws the social tensions it portrays.
Οι κριτικοί υποστηρίζουν ότι η ταινία υπερβάλλει τις κοινωνικές εντάσεις που απεικονίζει.
02
υπερκαταβολή, καταναλώνω πάνω από το διαθέσιμο
to withdraw more money from a bank account than is available
Παραδείγματα
He accidentally overdrew his account and had to pay a penalty fee.
Κατά λάθος υπερέβη τον λογαριασμό του και έπρεπε να πληρώσει πρόστιμο.
If you overdraw your account, the bank may charge you an overdraft fee.
Αν υπερβείτε το υπόλοιπο του λογαριασμού σας, η τράπεζα μπορεί να χρεώσει τέλος υπέρβασης.
Λεξικό Δέντρο
overdraw
draw



























