
Αναζήτηση
automatically
01
αυτοματοποιημένα, αυτόματα
without direct human intervention or manual control, often performed by a machine, system, or process
Example
The system updates automatically to install the latest software patches.
Το σύστημα ενημερώνεται αυτόματα για να εγκαταστήσει τις τελευταίες ενημερώσεις λογισμικού.
The doors of the supermarket slide open automatically as customers approach.
Οι πόρτες του σούπερ μάρκετ ανοίγουν αυτόματα καθώς οι πελάτες πλησιάζουν.
Example
His hand automatically went to his pocket to check for his keys.
Το χέρι του πήγε αυτόματα στην τσέπη του για να ελέγξει αν έχει τα κλειδιά του.
She automatically apologized without even realizing it.
Αυτοματοποιημένα, ζήτησε συγγνώμη χωρίς να το καταλάβει καν.