Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Opera star
01
αστέρας της όπερας, σταρ της όπερας
a highly skilled and accomplished singer who performs leading roles in operatic productions
Παραδείγματα
The opera star's performance of the aria brought the audience to their feet, showering her with applause and admiration.
Η ερμηνεία της αστέρα της όπερας στην άρια έφερε το κοινό στα πόδια του, καταχώντας την με χειροκροτήματα και θαυμασμό.
Aspiring singers dream of one day becoming an opera star, gracing the world's most prestigious stages with their talent and artistry.
Οι φιλόδοξοι τραγουδιστές ονειρεύονται να γίνουν μια μέρα αστέρι της όπερας, κοσμώντας τις πιο διάσημες σκηνές του κόσμου με το ταλέντο και την καλλιτεχνική τους δεινότητα.



























