Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
odoriferous
Παραδείγματα
She chose odoriferous herbs for the kitchen to fill the space with a refreshing aroma.
Επέλεξε ευωδιαστικά βότανα για την κουζίνα για να γεμίσει το χώρο με ένα δροσιστικό άρωμα.
After a rain, the woods become especially odoriferous, revealing the earthy essence of nature.
Μετά τη βροχή, τα δάση γίνονται ιδιαίτερα ευωδιαστά, αποκαλύπτοντας τη γήινη ουσία της φύσης.
02
δυσωδικός, βρωμερός
giving off a noticeable scent or smell, especially an unpleasant one
Παραδείγματα
The trash can was particularly odoriferous after the summer heat intensified its contents.
Ο κάδος σκουπιδιών ήταν ιδιαίτερα δυσώδης αφού η καλοκαιρινή ζέστη ενίσχυσε τα περιεχόμενά του.
After a week without power, the refrigerator became unbearably odoriferous.
Μετά από μια εβδομάδα χωρίς ρεύμα, το ψυγείο έγινε αφόρητα δυσώδες.



























