Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
nonmaterial
01
άυλος, μη υλικός
not consisting of matter or physical substance
Παραδείγματα
The company 's success was built on nonmaterial assets, such as brand reputation and customer loyalty.
Η επιτυχία της εταιρείας χτίστηκε σε άυλα περιουσιακά στοιχεία, όπως η φήμη της μάρκας και η αφοσίωση των πελατών.
Nonmaterial values like love, kindness, and integrity are often considered more important than material wealth.
Οι άυλες αξίες όπως η αγάπη, η καλοσύνη και η ακεραιότητα θεωρούνται συχνά πιο σημαντικές από τον υλικό πλούτο.
Λεξικό Δέντρο
nonmaterial
material



























