Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
noncarbonated
01
μη ανθρακούχο, χωρίς φυσαλίδες
lacking bubbles or fizz, typically used to describe beverages
Παραδείγματα
She prefers noncarbonated drinks like fresh juice and iced tea.
Προτιμά μη ανθρακούχα ποτά όπως φρέσκος χυμός και παγωμένο τσάι.
The café offers a variety of noncarbonated beverages for customers who do n't like soda.
Το καφέ προσφέρει μια ποικιλία από μη ανθρακούχα ποτά για πελάτες που δεν τους αρέσουν τα σόδα.
Λεξικό Δέντρο
noncarbonated
carbonated
carbonate
carbon



























