Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
acceptably
Παραδείγματα
The hotel room was acceptably clean, though not spotless.
Το δωμάτιο του ξενοδοχείου ήταν αποδεκτά καθαρό, αν και όχι άψογο.
She performed acceptably on the test, scoring just above average.
Παρουσίασε αποδεκτή απόδοση στη δοκιμασία, σκοράροντας λίγο πάνω από το μέσο όρο.
02
αποδεκτά, ικανοποιητικά
in a manner that is good enough or satisfactory for a particular purpose or standard
Παραδείγματα
The new software runs acceptably on older computers.
Το νέο λογισμικό λειτουργεί αποδεκτά σε παλιότερους υπολογιστές.
She completed the project acceptably, meeting all the essential requirements.
Ολοκλήρωσε το έργο αποδεκτά, πληρώνοντας όλες τις βασικές απαιτήσεις.
Λεξικό Δέντρο
unacceptably
acceptably
acceptable
accept



























