Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
needed
01
απαραίτητος, απαιτούμενος
required or necessary for a specific purpose
Παραδείγματα
Proper training is needed to operate the machinery safely.
Απαιτείται κατάλληλη εκπαίδευση για τη λειτουργία των μηχανημάτων με ασφάλεια.
Extra funds are needed to complete the project on time.
Χρειάζονται επιπλέον κεφάλαια για την ολοκλήρωση του έργου εγκαίρως.
Λεξικό Δέντρο
unneeded
needed



























