Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
multiracial
01
πολυφυλετικός, πολυρατσικός
involving or comprising people of multiple racial backgrounds
Παραδείγματα
The multiracial family celebrated a variety of cultural traditions from their diverse heritage.
Η πολυφυλετική οικογένεια γιόρτασε μια ποικιλία πολιτιστικών παραδόσεων από την ποικιλόμορφη κληρονομιά τους.
The organization is known for its multiracial staff, representing a broad spectrum of ethnicities.
Ο οργανισμός είναι γνωστός για το πολυφυλετικό του προσωπικό, που αντιπροσωπεύει ένα ευρύ φάσμα εθνοτήτων.
Λεξικό Δέντρο
multiracial
racial
race



























