Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Multitasking
01
πολυδιεργασία, ικανότητα εκτέλεσης περισσότερων από μία εργασίες ταυτόχρονα
(of people) the ability to perform more than one task simultaneously
Παραδείγματα
Effective multitasking is essential for success in a fast-paced work environment.
Η αποτελεσματική πολυδιεργασία είναι απαραίτητη για την επιτυχία σε ένα γρήγορο περιβάλλον εργασίας.
She excelled at multitasking, managing emails, phone calls, and meetings simultaneously.
Έξιχε στο multitasking, διαχειριζόμενη ταυτόχρονα emails, τηλεφωνικές κλήσεις και συναντήσεις.
Λεξικό Δέντρο
multitasking
multitask
task



























