Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
latish
01
αργοπορημένος, λίγο αργά
later than anticipated or scheduled, but not significantly delayed
Παραδείγματα
I usually finish work by 5 pm, but today it was more like 5:10pm, which was latish for me.
Συνήθως τελειώνω τη δουλειά μέχρι τις 5 μ.μ., αλλά σήμερα ήταν πιο κοντά στις 5:10 μ.μ., που ήταν λίγο αργά για μένα.
I went to bed at 11 pm, which felt latish for a school night.
Πήγα για ύπνο στις 11 μ.μ., κάτι που ένιωσα λίγο αργά για μια σχολική νύχτα.
Λεξικό Δέντρο
latish
late



























