Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Lapidist
01
λαπιστής, τεχνίτης που κόβει και χαράζει πολύτιμους λίθους
a skilled worker who cuts and engraves precious stones
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
λαπιστής, τεχνίτης που κόβει και χαράζει πολύτιμους λίθους