Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
itsy-bitsy
01
μικρούτσικο, πολύ μικρό
extremely small, often in a cute or endearing way
Παραδείγματα
The child found an itsy-bitsy spider crawling on the windowsill.
Το παιδί βρήκε μια μικρούλα αράχνη να σέρνεται στο περβάζι του παραθύρου.
She wore an itsy-bitsy necklace that sparkled with tiny gemstones.
Φορούσε ένα μικρούλι κολιέ που λάμπε με μικροσκοπικά πολύτιμα πετράδια.



























