Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bantam
01
μικρή οικόσιτη κότα, μικρή πάπια
a small domestic chicken or duck
bantam
Παραδείγματα
Despite his bantam stature, he was a fierce competitor on the field.
Παρά το μικρό του ανάστημα, ήταν ένας άγριος ανταγωνιστής στο γήπεδο.
The bantam fighter surprised everyone with his agility and strength.
Ο μαχητής μπαντάμ εξέπληξε όλους με την ευκινησία και τη δύναμή του.



























