Inundated
volume
British pronunciation/ˈɪnəndˌe‍ɪtɪd/
American pronunciation/ˈɪnənˌdeɪtɪd/

Ορισμός και Σημασία του "inundated"

01

(of an area) flooded with water

inundated

adj

undated

adj

dated

adj

date

v
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store