Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Archway
01
αψίδα, διάδρομος κάτω από αψίδα
a passage or entrance beneath an arch
Παραδείγματα
The couple walked hand in hand through the ancient stone archway.
Το ζευγάρι περπάτησε χέρι-χέρι μέσα από την αρχαία πέτρινη αψίδα.
Vines and flowers adorned the garden archway, creating a picturesque entrance.
Οι κληματαριές και τα λουλούδια στολίζουν την αψίδα του κήπου, δημιουργώντας μια γραφική είσοδο.
Λεξικό Δέντρο
archway
arch
way



























