Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Instigation
01
προτροπή, υποκίνηση
the act of causing something to begin or occur
02
προσπάθεια, παρότρυνση
the verbal act of urging on
Λεξικό Δέντρο
instigation
instigate
instig
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
προτροπή, υποκίνηση
προσπάθεια, παρότρυνση
Λεξικό Δέντρο