Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
infinitely
Παραδείγματα
The possibilities for innovation seemed infinitely vast.
Οι δυνατότητες για καινοτομία φαίνονταν απείρως αχανείς.
The universe is thought to expand infinitely into space.
Πιστεύεται ότι το σύμπαν επεκτείνεται άπειρα στο διάστημα.
02
απείρως, εξαιρετικά
to an extremely great or immeasurable degree, far beyond comparison
Παραδείγματα
She is infinitely more experienced than anyone else on the team.
Είναι απείρως πιο έμπειρη από οποιονδήποτε άλλο στην ομάδα.
This version of the software is infinitely better than the last.
Αυτή η έκδοση του λογισμικού είναι απείρως καλύτερη από την τελευταία.
Λεξικό Δέντρο
infinitely
finitely
finite



























