LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Impecunious
/ˌɪmpɪkjˈuːnɪəs/
/ˌɪmpɪkjˈuːnɪəs/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "impecunious"
impecunious
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
άπορος
severely lacking money
hard up
in straitened circumstances(p)
penniless
penurious
pinched
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App