Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Imbalance
01
ανισορροπία, ασυμμετρία
(mathematics) a lack of symmetry
02
ανισορροπία, ανισότητα
lack of equal distribution between two or more things, often resulting in an unfair situation
Παραδείγματα
There is a significant imbalance in the distribution of wealth in many countries.
Υπάρχει μια σημαντική ανισορροπία στην κατανομή του πλούτου σε πολλές χώρες.
The team faced an imbalance in skills, which affected their performance.
Η ομάδα αντιμετώπισε μια ανισορροπία στις δεξιότητες, που επηρέασε την απόδοσή τους.
Λεξικό Δέντρο
imbalance
balance
bale



























