Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Imbecile
01
ηλίθιος, βλάκας
a person of subnormal intelligence
imbecile
01
ηλίθιος, βλάκας
having a mental age of three to seven years
Λεξικό Δέντρο
imbecilic
imbecility
imbecile
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ηλίθιος, βλάκας
ηλίθιος, βλάκας
Λεξικό Δέντρο