Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Hysteroscopy
01
υστεροσκόπηση, υστεροσκοπική εξέταση
a procedure using a thin tube to examine the uterus visually
Παραδείγματα
I underwent a hysteroscopy to identify and address potential issues in my uterus.
Υποβλήθηκα σε υστεροσκόπηση για να εντοπίσω και να αντιμετωπίσω πιθανά προβλήματα στη μήτρα μου.
Hysteroscopy is a standard method in gynecology for investigating reproductive issues.
Η υστεροσκόπηση είναι μια τυπική μέθοδος στη γυναικολογία για την έρευνα αναπαραγωγικών ζητημάτων.



























