Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
howling
01
εξαιρετικός, φανταστικός
exceptionally impressive or excellent
Παραδείγματα
The band ’s performance was howling, receiving rave reviews from critics and fans alike.
Η ερμηνεία του συγκροτήματος ήταν εξαιρετική, λαμβάνοντας θετικές κριτικές τόσο από τους κριτικούς όσο και από τους θαυμαστές.
The new restaurant received howling praise for its innovative dishes and exceptional service.
Το νέο εστιατόριο έλαβε θαυμαστές επαίνους για τις καινοτόμες του πιάτα και την εξαιρετική του εξυπηρέτηση.
Howling
01
ουρλιαχτό, κραυγή
the loud, prolonged cry of an animal, person, or the wind
Παραδείγματα
The howling of wolves echoed through the dark forest.
Ο ουρλιαχτός των λύκων αντηχούσε στο σκοτεινό δάσος.
She could n’t ignore the howling of the stray dog outside her door.
Δεν μπορούσε να αγνοήσει τα ουρλιαχτά του αδέσποτου σκύλου έξω από την πόρτα της.
Λεξικό Δέντρο
howling
howl



























