Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hesperian
01
σχετικός ή χαρακτηριστικός του δυτικού κόσμου ή των δυτικών χωρών, δυτικός
related to or characteristic of the Western world or Western countries
Παραδείγματα
Ancient texts often reference Hesperian lands as mysterious territories to the west.
Τα αρχαία κείμενα αναφέρονται συχνά σε Εσπερίδες γαίες ως μυστηριώδεις περιοχές στα δυτικά.
The explorer was fascinated by the Hesperian customs and traditions he encountered.
Ο εξερευνητής ήταν γοητευμένος από τα εσπερικά έθιμα και παραδόσεις που συνάντησε.



























