Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Gully
01
ρεματιά, αυλάκι
a narrow channel or ravine formed by the erosion of soil, especially by running water during rainfall or storms
Παραδείγματα
Heavy rains carved a deep gully through the soft earth of the hillside.
Βαριές βροχές έσκαψαν ένα βαθύ ρεματιά μέσα από το μαλακό έδαφος της πλαγιάς.
The gully beside the road became a rushing stream during the storm.
Το ρεμάτι δίπλα στο δρόμο έγινε ένας ορμητικός ρυάκος κατά τη διάρκεια της καταιγίδας.
02
η θέση gully, η θέση του gully
a fielding position in cricket close to the batsman on the off side, between the slips and point
Παραδείγματα
The fielder stationed at gully took a sharp catch off the edge.
Ο παίκτης που βρισκόταν στο gully πήρε μια απότομη λήψη από την άκρη.
The bowler adjusted his line to force the batsman to play towards gully.
Ο μπολερ ρύθμισε τη γραμμή του για να αναγκάσει τον μπατσμαν να παίξει προς το gully.



























