Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
governmental
01
κυβερνητικός, κρατικός
related to the government, its institutions, or its functions
Παραδείγματα
Governmental policies shape the direction of economic growth.
Οι κυβερνητικές πολιτικές διαμορφώνουν την κατεύθυνση της οικονομικής ανάπτυξης.
The governmental agency oversees environmental regulations.
Ο κυβερνητικός φορέας επιβλέπει τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς.
Λεξικό Δέντρο
governmentally
governmental
government
govern



























