
Αναζήτηση
goddamn
01
Αχ, δεν μπορώ να πιστέψω ότι μόλις παραιτήθηκε από τη δουλειά του χωρίς προειδοποίηση!
used to express strong emotions such as surprise
Example
Goddamn, I ca n't believe he just quit his job without notice!
Αχ, δεν μπορώ να πιστέψω ότι μόλις παραιτήθηκε από τη δουλειά του χωρίς προειδοποίηση!
Goddamn, look at the size of that tornado!
Αχ, δεν μπορώ να πιστέψω ότι μόλις παραιτήθηκε από τη δουλειά του χωρίς προειδοποίηση!, Δηλαδή, δεν μπορώ να πιστέψω ότι μόλις σταμάτησε τη δουλειά του χωρίς ειδοποίηση! Κοίτα το μέγεθος αυτού του ανεμοστρόβιλου!
goddamn
01
γ@μ@ τη θρησκεία μου, καταραμένος
used for showing annoyance or anger with a person or thing, in a way that is not very polite
Example
She was tired of dealing with the goddamn traffic every morning on her way to work.
Ήταν κουρασμένη να ασχολείται με την γ@μ@ τη θρησκεία μου,καταραμένος κίνηση κάθε πρωί στην πορεία της προς τη δουλειά.
The goddamn printer jammed just as he was about to print the important document.
Ο γ@μ@ τη θρησκεία μου,καταραμένος εκτυπωτής κόλλησε ακριβώς όταν επρόκειτο να εκτυπώσει το σημαντικό έγγραφο.
02
παλιοκαταραμένος, θεοκαταραμένος
expletives used informally as intensifiers
goddamn
01
καταραμένος (katarámenos), διαβολικά (diavoliká)
extremely

Συναφή Λέξεις