LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Gobbler
/ɡˈɒblɐ/
/ˈɡɑbəɫɝ/, /ˈɡɑbɫɝ/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "gobbler"
Gobbler
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a male turkey, especially an adult
02
a hasty eater who swallows large mouthfuls
Παράδειγμα
The
hunter
carefully
positioned
the
turkey
decoy
in
the
open
field
to
entice
a
gobbler
within
shooting range
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App