Annuity
volume
British pronunciation/ɐnjˈuːɪti/
American pronunciation/əˈnuəti/, /əˈnuɪti/, /ənˈjuɪti/

Ορισμός και Σημασία του "annuity"

01

a fixed income payed to a person at regular intervals

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store