formerly
for
ˈfɔr
φορ
mer
mɜr
μερρ
ly
li
λι
British pronunciation
/fˈɔːməli/

Ορισμός και σημασία του "formerly"στα αγγλικά

01

προηγουμένως, παλαιότερα

in an earlier period
formerly definition and meaning
example
Παραδείγματα
She was formerly a teacher before pursuing a career in journalism.
Ήταν προηγουμένως δασκάλα πριν ακολουθήσει καριέρα στη δημοσιογραφία.
Jane formerly lived in Paris before relocating to London for her new job.
Η Τζέιν παλαιότερα ζούσε στο Παρίσι πριν μετακομίσει στο Λονδίνο για τη νέα της δουλειά.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store