Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to flirt with
[phrase form: flirt]
01
φλερτάρω με, σκέφτομαι προς στιγμήν
to briefly consider or show a passing interest in an idea or concept
Παραδείγματα
He flirted with the idea of starting his own business but ultimately decided against it.
Φλερτάρισε με την ιδέα να ξεκινήσει τη δική του επιχείρηση αλλά τελικά αποφάσισε να μην το κάνει.
She often flirts with the concept of moving to a different city for a change of scenery.
Συχνά φλερτάρει με την ιδέα της μετακόμισης σε μια διαφορετική πόλη για αλλαγή σκηνικού.
02
φλερτάρω με, παίζω με τη φωτιά
to intentionally put oneself in danger, without worrying about possible consequences
Παραδείγματα
Some people flirt with danger by skydiving, knowing the risks involved.
Μερικοί άνθρωποι φλερτάρουν με τον κίνδυνο κάνoντας αλεξιπτωτισμό, γνωρίζοντας τους εμπλεκόμενους κινδύνους.
The thrill-seeker flirted with danger by exploring remote and hazardous locations.
Ο αναζητητής ενθουσιασμού φλερτάρισε με τον κίνδυνο εξερευνώντας απομακρυσμένες και επικίνδυνες τοποθεσίες.



























