Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Faun
01
φαύνος, σάτυρος
a legendary forest god or spirit that is part human and part goat
Παραδείγματα
The fantasy novel introduced a hidden realm populated by mythical creatures, including noble elves, mischievous fairies, and wise fauns.
Το φανταστικό μυθιστόρημα εισήγαγε ένα κρυμμένο βασίλειο που κατοικείται από μυθικά πλάσματα, συμπεριλαμβανομένων ευγενών ξωτικών, ατακτικών νεράιδων και σοφών φαύνων.
In Greek mythology, fauns were often associated with the god Pan and were believed to be guardians of the wild and natural landscapes.
Στην ελληνική μυθολογία, οι φαύνοι συχνά συνδέονταν με τον θεό Πάνα και πιστεύονταν ότι ήταν φύλακες των άγριων και φυσικών τοπίων.



























