Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
faultless
01
άψογος, τέλειος
containing no errors at all
Παραδείγματα
Her presentation was faultless, and everyone was impressed.
Η παρουσίασή της ήταν άψογη, και όλοι εντυπωσιάστηκαν.
The dress fit her perfectly and looked absolutely faultless.
Το φόρεμα της ταίριαζε τέλεια και φαινόταν απολύτως άψογο.
Λεξικό Δέντρο
faultlessly
faultlessness
faultless
fault



























