Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
fandango
01
φαντάνγκο, τολμηρή και ζωντανή ροζ-μοβ απόχρωση
having a bold and vibrant shade of pink-purple, often with a reddish or magenta undertone
Παραδείγματα
The fandango dress she wore added a festive touch to the occasion.
Το φόρεμα fandango που φορούσε πρόσθεσε μια εορταστική πινελιά στην περίσταση.
The cat's collar had a playful fandango shade, brightening its look.
Το κολάρο της γάτας είχε μια παιχνιδιάρικη απόχρωση fandango, φωτίζοντας την εμφάνισή της.
Fandango
01
ένας ζωηρός ισπανικός ή πορτογαλικός λαϊκός χορός με γρήγορες κινήσεις ποδιών και κλαγγή καστανιέτας, ένας δυναμικός ισπανικός ή πορτογαλικός παραδοσιακός χορός
a lively Spanish or Portuguese folk dance with fast footwork and castanet clicking
Παραδείγματα
They performed the fandango at the cultural festival.
Εκτέλεσαν το φαντάνγκο στο πολιτιστικό φεστιβάλ.
Fandango features rhythmic foot stomping and clapping.
Το φαντάνγκο χαρακτηρίζεται από ρυθμικό χτύπημα των ποδιών και χειροκροτήματα.
02
φαντάνγκο, ισπανικός χορός
a couple dance music in triple time, accompanied by tambourine or castanets, with rapid lively moves, originally from Spain



























