Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to extol
01
εξυμνώ, εκθειάζω
to praise highly
Παραδείγματα
The coach took a moment to extol the team's exceptional performance during the championship game.
Ο προπονητής πήρε μια στιγμή για να εκθειάσει την εξαιρετική απόδοση της ομάδας κατά τη διάρκεια του αγώνα πρωταθλήματος.
Critics have consistently extolled the novel for its rich character development and engaging plot.
Οι κριτικοί έχουν συνεχώς εκθειάσει το μυθιστόρημα για τον πλούσιο χαρακτήρα του και την συναρπαστική πλοκή.
Λεξικό Δέντρο
extoller
extolment
extol



























