Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
evocative
01
απομνημονευτικός, υποδηλωτικός
bringing strong memories, emotions, or images to mind
Παραδείγματα
The evocative scent of freshly baked bread reminded him of his childhood.
Η απομνημονευτική μυρωδιά του φρεσκοψημένου ψωμιού του θύμισε την παιδική του ηλικία.
The evocative melody of the song transported her back to a nostalgic moment.
Η αποτρεπτική μελωδία του τραγουδιού την μετέφερε πίσω σε μια νοσταλγική στιγμή.
Λεξικό Δέντρο
evocative
evocat



























