Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to energize
01
ενεργοποιώ, αναζωογονώ
to increase energy levels
Transitive: to energize sb/sth
Παραδείγματα
Exercise in the morning can energize your body and mind for the day ahead.
Η άσκηση το πρωί μπορεί να ενεργοποιήσει το σώμα και το μυαλό σας για την επερχόμενη ημέρα.
The new music playlist was designed to energize the atmosphere at the party.
Η νέα playlist μουσικής σχεδιάστηκε για να ενεργοποιήσει την ατμόσφαιρα στο πάρτι.
Λεξικό Δέντρο
energizing
energizing
energize
energy



























